Η 48ωρη απεργία στις 19-20 Οκτωβρίου χαρακτηρίστηκε από τις τεράστιες διαδηλώσεις και των δύο ημερών με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων και ανέργων. Η διαδήλωση της 19ης Οκτωβρίου ήταν μία από τις μεγαλύτερες μεταπολιτευτικά. Σωματεία, λαϊκές συνελεύσεις γειτονιών, πολιτικοί και κοινωνικοί φορείς έδωσαν δυναμικά το παρόν, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν πρόκειται να μείνουν άπραγοι και παθητικοί στην προσπάθεια λεηλασίας των ζωών τους. Η ανοιχτή πρωτοβουλία για τη δημιουργία Σωματείου Βάσης Ανέργων (ΣΩ.Β.Α.) συμμετείχε και στις δυο διαδηλώσεις της απεργίας σε ένα ενιαίο μπλοκ μαζί με άλλες εργατικές συλλογικότητες.
Στο επίκεντρο της διαμαρτυρίας βρέθηκε το νέο πολυνομοσχέδιο, στα άρθρα του οποίου αποτυπώνονται ξεκάθαρα οι προθέσεις κράτους-τρόικας-ΔΝΤ για το μέλλον των εργαζομένων, καθώς μεταξύ άλλων θέτει σε εργασιακή εφεδρεία χιλιάδες εργαζόμενους του δημοσίου, ενώ ουσιαστικά καταργεί τις συλλογικές συμβάσεις, κάτι που ανοίγει το δρόμο για την περαιτέρω υποτίμηση της εργατικής δύναμης και την απόλυτη κυριαρχία των εργοδοτών απέναντι στους εργαζόμενους, ενώ αυξάνει ακόμα περισσότερο την ανεργία. Πέρα όμως από τα αμιγώς συνδικαλιστικά χαρακτηριστικά μιας απεργίας, η συγκεκριμένη 48ωρη απεργία, όπως και πολλές άλλες που έχουν προκηρυχτεί τα δύο τελευταία χρόνια, είχε και έναν πολιτικό χαρακτήρα. Δεν περιορίστηκε μόνο στην αντίθεση και τη διαμαρτυρία για το πολυνομοσχέδιο αλλά στόχευε τόσο στην πτώση της κυβέρνησης, όσο και σε μια γενικότερη κοινωνικοπολιτική αλλαγή.
Κατά τη διάρκεια αυτών των κινητοποιήσεων, συναντώνται και συγκρούονται δυο διαφορετικές λογικές μέσα στα πλαίσια του ευρύτερου κοινωνικού αγώνα. Από τη μια, αυτή της αυτοοργάνωσης και του αδιαμεσολάβητου αγώνα που εκφράζεται μέσα από σωματεία βάσης, λαϊκές συνελεύσεις, από τον κόσμο που προσπαθεί να πάρει τη ζωή στα χέρια του και αγωνίζεται για την εργατική και την κοινωνική χειραφέτηση με την καθημερινή του παρουσία στο δρόμο, στους χώρους δουλειάς, τις γειτονιές, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια. Από την άλλη, η λογική της κομματικής και συνδικαλιστικής χειραγώγησης που επιδιώκει απλά τη μεταρρύθμιση του υπάρχοντος συστήματος και που εξακολουθεί να θεωρεί ακόμα, πως αυτό μπορεί να προέλθει μέσα από τις κάλπες και από άλλη μια εκλογική διαδικασία.
Η διαδήλωση της δεύτερης μέρας της απεργίας είχε επίσης μεγάλη συμμετοχή κόσμου, αν και μικρότερη από την προηγούμενη. Την ίδια μέρα, το ΠΑΜΕ, είχε ανακοινώσει περικύκλωση του κοινοβουλίου. Τα μπλοκ των διαδηλωτών που κινήθηκαν με κατεύθυνση τη βουλή συνάντησαν μπροστά τους ένα τείχος από κρανοφόρους-ροπαλοφόρους, που έχοντας πλάτη τη βουλή και τις δυνάμεις των ΜΑΤ, με μέτωπο στους διαδηλωτές, εμπόδιζαν την πρόσβαση στη βουλή σε οποιονδήποτε δεν ήταν μέλος του ΠΑΜΕ ή του ΚΚΕ. Ήταν προφανές ότι το ΠΑΜΕ, όχι μόνο δεν είχε περικυκλώσει τη βουλή, αλλά ανέλαβε να την περιφρουρήσει από το πλήθος των ανθρώπων που είχε κατέβει στο δρόμο για να διαμαρτυρηθεί, εμποδίζοντας με τη στάση αυτή την ελεύθερη έκφραση και τη διαδήλωση. Μετά από τρεις περίπου ώρες αναμονής και αποκλεισμού των διαδηλωτών, ένα ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων επιχείρησε να σπάσει τον κλοιό του ΠΑΜΕ για να πλησιάσει τη βουλή με αποτέλεσμα να συγκρουστεί μαζί του. Η σφοδρότητα και η αγριότητα της σύγκρουσης ήταν τόσο έντονη που είχε σαν αποτέλεσμα δεκάδες τραυματισμούς εκατέρωθεν.
Το ΠΑΜΕ σαν συνδικαλιστικός φορέας που υποτίθεται ότι αγωνίζεται για τα δικαιώματα των εργαζομένων, στις 20/10 έκανε κάτι επίσης πρωτόγνωρο για το συνδικαλιστικό κίνημα. Περιφρούρησε τη βουλή και την ψήφιση ενός νομοσχεδίου το οποίο αποτελεί ταφόπλακα για τα στοιχειώδη δικαιώματα της εργατικής τάξης. Ναι, όσο κι αν φαίνεται πραγματικά ασύλληπτο, την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου δεν την περιφρούρησε μόνο η αστυνομία, αλλά και το ΠΑΜΕ, ένας από τους μεγαλύτερους συνδικαλιστικούς φορείς της χώρας. Το ΠΑΜΕ (και ο πολιτικός του φορέας, το ΚΚΕ), προσπάθησε επίσης να ενισχύσει τη λογική της διαμεσολάβησης και της συνδιαλλαγής με το καθεστώς για να κηδεμονεύσει το κοινωνικό κίνημα που δημιουργείται από τα κάτω, μακριά από κόμματα και γραφειοκρατικά συνδικάτα, στη βάση της αυτοοργάνωσης και της αλληλεγγύης.
Προσπάθησε να εκμεταλλευτεί ακόμα και το νεκρό Δημήτρη Κοτζαρίδη, άνεργο οικοδόμο και συνδικαλιστή του ΠΑΜΕ που υπέστη καρδιακό επεισόδιο και έχασε τη ζωή του πιθανότατα από τα χημικά της αστυνομίας, εκατοντάδες μέτρα μακριά από τις συγκρούσεις. Από την άλλη, προσπάθησαν να απαξιώσουν πολιτικά, όλους αυτούς τους ανθρώπους που διεκδίκησαν δυναμικά το δικαίωμά τους στο να διαδηλώνουν κάνοντας λόγο για προβοκάτορες και παρακρατικούς. Τις επόμενες ώρες και μέρες, πολλές αριστερές κομματικές παρατάξεις και κάποια γραφειοκρατικά συνδικάτα που ελέγχονται από αυτές, έσπευσαν να υπερασπιστούν το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ και να συνταχθούν μαζί τους, σ’ αυτήν ακριβώς τη λογική της κηδεμονίας του κοινωνικού κινήματος, ενώ τα περισσότερα σωματεία και συνδικάτα που είχαν καλέσει επίσημα τους εργαζόμενους να συμμετάσχουν στην απεργία, δεν έχουν πάρει ακόμα θέση για τα γεγονότα της 20/10/11, παρόλο που όλοι αυτοί ήταν ακριβώς από την πλευρά των διαδηλωτών που εμποδίστηκαν από το ΠΑΜΕ να πορευτούν και να προσεγγίσουν με τα πανό τους το κοινοβούλιο.
Ως πρωτοβουλία ανέργων για τη δημιουργία Σωματείου Βάσης Ανέργων, θεωρούμε ότι ο κοινωνικός-ταξικός αγώνας δεν εξαντλείται σε μια διαδήλωση ή σε μια 24ωρη ή 48ωρη απεργία, αλλά σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας, με παρεμβάσεις στους χώρους δουλειάς και τις γειτονιές, με την προσπάθεια συλλογικοποίησης των από τα κάτω αδιαμεσολάβητα και αυτοοργανωμένα και προς αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε.